Οδηγός δεξιοτήτων ζωής και προσχολική ηλικία, μία πρώτη ματιά!
Μία ματιά στη γλωσσική ανάπτυξη, τη λεπτή κινητικότητα και τη δραματοποίηση
Η προσχολική ηλικία αποτελεί ένα κρίσιμο σημείο καμπής για την κοινωνική, συναισθηματική, γνωστική και γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού. Ιδιαίτερα όταν το παιδί βρίσκεται για πρώτη φορά μακριά από το σπίτι σε ένα νέο κοινωνικό περιβάλλον, τον παιδικό σταθμό (Schartz & Palviainen, 2016). Σε αυτό το περιβάλλον τα παιδιά καλούνται να αναπτύξουν δεξιότητες όπως η λεπτή κινητικότητα, η γλωσσική ευχέρεια, η αντίληψη του χώρου και οι πρώτες βασικές κοινωνικές σχέσεις πέρα από την μαμά και τον μπαμπά. Ουσιαστικά τα παιδιά μεταβαίνουν από το βασικό στάδιο επαφής με τον κόσμο σε ένα σύνθετο περιβάλλον, στο οποίο αρχίζει σταδιακά να εξηγεί με μεγαλύτερη ευκολία τις πράξεις του, να κατανοεί και να χρησιμοποιεί σύμβολα και αντικείμενα σχετικά με την καθημερινότητα του (Lefa, 2014).
Συγκεκριμένα, τόσο η προσωπική γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού όσο και η διαδικασία μάθησης σε αυτό το πλαίσιο, είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς η προφορική και η σωματική γλώσσα αποτελούν το σημείο αναφοράς στην κοινωνική και προσωπική επικοινωνία των ανθρώπων, εκφράζοντας εξίσου προσωπικές και κυρίως κοινωνικές επιθυμίες (Conti Ramsen & Durkin, 2012). Ωστόσο κάθε παιδί αντιδρά και αναπτύσσεται διαφορετικά, διότι η γλωσσική ικανότητα και οι επικοινωνιακές δεξιότητες μεταβάλλονται ή γίνονται ευκολότερες όσο ένα παιδί μεγαλώνει, καθώς φαίνεται να υπάρχει σύνδεση μεταξύ της εγκεφαλικής ανάπτυξης και γλωσσικής λειτουργίας του ατόμου (Snow, 1983).
Σε αυτή την ηλικία φαίνεται να υπάρχει και η πρώτη σύνδεση μεταξύ της φωνητικής γλωσσικής δεξιότητας και της ευρύτερης ανάγνωσης και της φωνολογικής ικανότητας του (προφορά λέξεων, γραμμάτων κλπ), γιατί το παιδί προσπαθεί να εκφράσει πλέον δομημένα και με ακρίβεια τις σκέψεις του, κάτι που απαιτεί μεγαλύτερη φωνολογική ακρίβεια εκ μέρους του, ώστε να γίνει κατανοητό στον κοινωνικό περίγυρο (Foorman, Seals & Mouzaki, 2002). Σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει σαφές ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της φωνολογικής - γλωσσικής ανάπτυξης και της ανάπτυξης γραφής - ανάγνωσης γιατί το πρώτο αφορά πρωταρχικές μορφές επικοινωνίας (ομιλία, ακοή κλπ) ενώ το δεύτερο σχετίζεται με την ικανότητα του διαβάζω ή γράφω κάτι (Snow, 1983).
Οι παραπάνω λεπτομέρειες θα πρέπει να μας οδηγούν και σε διαφοροποιημένες δημιουργικές διαδικασίες βελτίωσης αυτών των δεξιοτήτων. Δημιουργική βελτίωση σημαίνει η ένταξη δράσεων και δραστηριοτήτων στην εκπαιδευτική διαδικασία, οι οποίες θα επιτρέπουν την επαφή του παιδιού με πραγματικές συνθήκες επικοινωνίας και καθημερινής χρήσης αυτών των δεξιοτήτων.
- Ταμπέλες με τίτλους για τους χώρους και τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε μέσα σε έναν χώρο.
- Μικρές βιβλιοθήκες από τις οποίες τα παιδιά μπορούν να παίρνουν βιβλία, να αποθηκεύουν τα πράγματα τους και τα βιβλία τους αλλά και να συμπληρώνουν μία προσωπική συλλογή από τις κατασκευές και τις εργασίες.
- Προσπάθεια δραματοποίησης κάποιων μαθημάτων ή δράσεων με βάση καθημερινά θέματα (πχ εστιατόριο – να γράψουμε το μενού, να κάνουμε παντομίμα ότι παραγγέλνουμε και μιλάμε στον σερβιτόρο κλπ ή όταν ζωγραφίζουμε τις λέξεις που μαθαίνουμε στη συνέχεια να προσποιούμαστε ότι είναι μουσείο και κάθε παιδί να προσπαθεί να περιγράψει τι ζωγράφισε κλπ).
- Η δραματοποίηση από μόνη δεν αρκεί, διότι ιδιαίτερα σε παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι κρίσιμο οι έννοιες που χρησιμοποιούνται να είναι συμβατές με το θέμα όπως και απλές. Εάν χρησιμοποιηθούν εικόνες, τότε είναι καλό να υπάρχει ακουστική καθοδήγηση ώστε να διευκολύνει τα παιδιά κατανοώντας τι βλέπουν.
- Ταυτόχρονα η προσχολική ηλικία αποτελεί εφαλτήριο βελτίωσης της λεπτής κινητικότητας η οποία μπορεί να ενισχυθεί με ασκησούλες όπως κατασκευές σε δισδιάστατο ή τρισδιάστατο επίπεδο (πχ χάρτινο καραβάκι), να περνάμε μικρά αντικείμενα από σχοινάκι, να βάζουμε κέρματα σε κουμπαρά, χρήση πλαστελίνης, μαγειρική κλπ (Nitecki & Chung, 2013).
Προσφέροντας αφορμές στα παιδιά να ‘’παίξουν’’ με τις λέξεις, τους δίνουμε την ευκαιρία να σκεφτούν περισσότερο, να χρησιμοποιήσουν δομημένα αυτά που ακούνε και γράφουν, να δοκιμάσουν τις κοινωνικές δεξιότητες τους και να περάσουν ευχάριστα το μάθημα ή τις δραστηριότητες τους (Wolfe & Nevills, 2004). Παρόλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάθε ηλικία, κάθε τάξη, κάθε ομάδα παιδιών έχει διαφορετικές απαιτήσεις και αντίστοιχα απαιτεί από εμάς διαφορετική προετοιμασία, κάτι το οποίο στα πλαίσια του παρόντος εκπαιδευτικού συστήματος μπορεί να είναι δυσκολότερο από όσο ακούγεται. Αυτό όμως είναι μία συζήτηση για άλλη φορά… Μέχρι αυτή τη συζήτηση ένα είναι σίγουρο. Όταν οι δάσκαλοι, παιδαγωγοί, εκπαιδευτές, πρότυπα και γονείς, oι οποίοι έχουν έναν υποστηρικτικό και όταν πρέπει αυστηρό ρόλο, δίνουν αξία σε αυτά που λένε τα παιδιά (ακούμε προσεκτικά, κοιτάμε τα παιδιά, ρωτάμε να μας εξηγήσουν κλπ), τότε το κίνητρο τους αυξάνεται (Foorman et al., 2002).
Επιστρέφοντας στο θέμα ‘’παιχνίδι με τις λέξεις’’ , ‘’λεπτή κινητικότητα’’ και ‘’δραματοποίηση’’ μπορούμε να δοκιμάσουμε συγκεκριμένες δραστηριότητες όπως:
- Καθρέφτης λέξεων: Κάθε παιδί έχει το ζευγάρι του. Σε κάθε φάση το ένα παιδί θα πρέπει να μιμείται τις κινήσεις του άλλου με ακρίβεια. Το ένα από τα δύο θα πρέπει να μιμηθεί μια λέξη της επιλογής του, μια λέξη που θα ορίσει ο παιδαγωγός ή να επιλέξει μέσα από ένα μπολ μία τυχαία λέξη, να την διαβάσει και να την μιμηθεί.\
- Περπάτημα Παντομίμα: Ζητάμε από τα παιδιά να περπατήσουν στον χώρο κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες (πχ μέσα στην ζούγκλα, πάνω σε πάγο, όταν βρέχει κλπ) κάθε παντομίμα μπορεί να επιλέγεται από ένα δοχείο με λέξεις τις οποίες θα διαβάζουν τα παιδιά.
- Ζούγκλα: Ζητάμε από τα παιδιά να μιμηθούν κάποιο ζώο ενώ κάθε παντομίμα μπορεί να επιλέγεται από ένα δοχείο με λέξεις τις οποίες θα διαβάζουν τα παιδιά.
- Μαριονέτες: Σε μία ομάδα παιδιών δημιουργούμε ζευγάρια. Σε κάθε ζευγάρι, ο ένας είναι ο παίκτης και ο άλλος η μαριονέτα. Ο παίκτης κινεί τα χέρια και πόδια της μαριονέτας σύμφωνα με τις οδηγίες μας.
Αυτές οι ενδεικτικές δραματικές δράσεις μπορούν να συμπληρώσουν άλλες δραστηριότητες ή το μάθημα της τάξης βοηθώντας τα παιδιά να αναπτύξουν τις δεξιότητες τους συνολικά και συνδυαστικά. Συνοψίζοντας η γλωσσική ανάπτυξη και η λεπτή κινητικότητα των παιδιών είναι μία πολύπλοκη και σημαντική διαδικασία που μπορεί να υποστηριχθεί με διαφορετικούς τρόπους. Μπορεί οι συνθήκες στα σχολεία και τις τάξεις να είναι δύσκολές αλλά συγκεκριμένες ιδέες και λύσεις μπορούν να βοηθήσουν όχι μόνο παιδαγωγούς αλλά και γονείς στην ανάπτυξη των παιδικών δεξιοτήτων.
Περισσότερα ενδιαφέροντα άρθρα εδώ:
Παπανικολάου Ιωάννης
HR Μanager - Παιδαγωγός
Βιβλιογραφικές πηγές
Eragamreddy, N. (2013). Teaching creative thinking skills. International Journal of english language & translation studies, 1(2), 124-145.
Schwartz, M., & Palviainen, Å. (2016). Twenty-first-century preschool bilingual education: facing advantages and challenges in cross-cultural contexts. International Journal of Bilingual Education and Bilingualism, 19(6), 603-613.
Lefa, B. (2014). The Piaget theory of cognitive development: an educational implications. Educational psychology, 1(1), 1-8.
Conti-Ramsden, G., & Durkin, K. (2012). Language development and assessment in the preschool period. Neuropsychology review, 22(4), 384-401.
Wolfe, P., & Nevills, P. (2004). Building the reading brain, PreK-3. Corwin Press.
Nitecki, E., & Chung, M. H. (2013). What Is Not Covered by the Standards: How to Support Emergent Literacy in Preschool Classrooms. Language and Literacy Spectrum, 23, 46-56.
Foorman, B. R., Anthony, J., Seals, L., & Mouzaki, A. (2002, September). Language development and emergent literacy in preschool. In Seminars in pediatric neurology (Vol. 9, No. 3, pp. 173-184). WB Saunders.
Snow, C. (1983). Literacy and language: Relationships during the preschool years. Harvard educational review, 53(2), 165-189.